Όρος Ορισμός
Access Point
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Συσκευή ή σημείο πρόσβασης ασύρματης σύνδεσης
Addressing
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Η διαδικασία κωδικοποίησης και απόδοσης λογικής διεύθυνσης στους κόμβους ενός δικτύου. Συνήθως εξαρτάται από την αρχιτεκτονική και τα πρωτόκολλα που χρησιμοποιούνται.
ATM
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Asynchronous Transfer Mode. Ενας τύπος μετάδοσης όπου το μέσο μετάδοσης χρησιμοποιέιται από μία μόνο σύνδεση (κανάλι επικοινωνίας). Η baseband μετάδοση χρησιμοποιεί τη TDM πολύπλεξη.
Backbone network
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Δίκτυο κορμού
Bandwidth
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Εύρος ζώνης συχνοτήτων. Επίσης χρησιμοποείται για να δείξει τo εύρος των δεδομένων που μπορούν να μεταδοθούν σ' ένα τηλεπικοινωνιακό κανάλι.
Baseband
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ενας τύπος μετάδοσης όπου το μέσο μετάδοσης χρησιμοποιέιται από μία μόνο σύνδεση (κανάλι επικοινωνίας). Η baseband μετάδοση χρησιμοποιεί τη TDM πολύπλεξη.
bit
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Η μικρότερη ποσότητα πληροφορίας που μπορεί να μεταδοθεί. Πρόκειται για την έκφραση του περνά (1) δεν περνά (0) ρεύμα.
bps
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Bits Per Second. Αριθμός bits ανά δευτερόλεπτο.Επίσης b/s. Μεγαλομονάδες του bps: Kbps, Mbps, Gbps.
Broadband
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ενας τύπος μετάδοσης όπου γίνεται ταυτόχρονη εκμετάλλευση του μέσου μετάδοσης από πολλές συνδέσεις (κανάλια επικοινωνίας)
Broadcast
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Εκπομπή προς όλους τους κόμβους του δικτύου, συνοδεύοντας την πληροφορία με την αντίστοιχη broadcast διεύθυνση, ώστε να αποσταλεί σε όλους τους κόμβους.
buffer
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ενταμιευτής. Χώρος προσωρινής αποθήκευσης
Byte
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
8 bits, μονάδα μέτρησης μνήμης. Μεγαλομονάδες του Byte: ΚΒyte (KB), MByte (MB), GByte (GB)
Circuit Switching
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Μεταγωγή κυκλώματος
Σχόλια:
Communication link
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ζεύξη επικοινωνίας
Datagram
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Το πακέτο που δημιουργείται στο επίπεδο δικτύου (δεδομενογράφημα).
Dial Up
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Σύνδεση δια μέσου επιλεγόμενου του τηλεφωνικού δικτύου (αναλογικό ή ISDN).
DOS
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Λειτουργικό σύστημα της Microsoft για προσωπικούς υπολογιστές (Disk Operating System). Δημοφιλές στην δεκαετία του ’80, χωρίς παραθυρικό περιβάλλον εργασίας.
Encapsulation
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ενθυλάκωση. Διαδικασία κατά την οποία τα δεδομένα που πρόκειται να αποσταλούν «περιτυλίγονται» από διάφορες πληροφορίες, οι οποίες έχουν σχέση με την αξιόπιστη και ασφαλή μεταφορά αυτών των δεδομένων (διαμερισμός, έλεγχος, δρομολόγηση, συμπίεση, εφαρμογή που αφορούν κλπ).
Ethernet
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Πρωτόκολλο ενσύρματης δικτύωσης υπολογιστών. Χρησιμοποιεί τη μέθοδο μετάδοσης δεδομένων σε μορφή πακέτων (packet switching).
Frame
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Πλαίσιο. Το πακέτο που δημιουργείται στο επίπεδο ζεύξης
Full Duplex
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Αμφίδρομη - διπλής κατεύθυνσης μετάδοση
Host
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ονομασία τερματικού κόμβου (συστήματος) στο διαδίκτυο. Χαρακτηριστικό τους είναι ότι εκτελούν εφαρμογές.
IP address
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Η λογική διεύθυνση ενός κόμβου, σε δίκτυα που χρησιμοποιούν το πρωτόκολλο IP. 'Αλλη ονομασία: Internet Address.
Linux
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Λειτουργικό σύστημα τόσο για σταθμούς εργασίας όσο και για εξυπηρετητές με ή χωρίς παραθυρικό περιβάλλον εργασίας (επιλογή του χρήστη). Πρόκειται για ελεύθερο λογισμικό ανοικτού κώδικα (διανέμεται χωρίς κόστος απόκτησης και ο κώδικας του είναι ελεύθερος).
MAC address
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Η φυσική διεύθυνση του υλικού σύνδεσης στο δίκτυο – MAC: Media Access Control
Message
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Μήνυμα. Πακέτο που ανταλλάσσεται μεταξύ εφαρμογών στο επίπεδο εφαρμογών.
Microsoft Windows
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Δημοφιλές λειτουργικό σύστημα της Microsoft για προσωπικούς υπολογιστές (Windows 98/2000/XP/Vista/7) αλλά και για εξυπηρετητές (Windows NT/2000/2003/2008 server) με παραθυρικό περιβάλλον εργασίας.
Multicast
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Εκπομπή προς συγκεκριμένους κόμβους του δικτύου, όπου ο κόμβος- αποστολέας εμπλουτίζει την πληροφορία με μία multicast διεύθυνση, η οποία περιέχει τις διευθύνσεις των κόμβων που θα δεχθούν τα δεδομένα).
Multiplexing
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Πολυπλεξία
Operating System
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Λειτουργικό σύστημα
Packet Switching
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Μεταγωγή Πακέτου
Σχόλια:
Parity check
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Έλεγχος ισοτιμίας. Τεχνική εντοπισμού λάθους.
Payload
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Ωφέλιμο φορτίο (τα ουσιώδη δεδομένα που μεταφέρονται μέσα σε ένα πακέτο).
Process
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Διεργασία. Ένα πρόγραμμα που εκτελείται («τρέχει») σε ένα υπολογιστή.
Routing
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Δρομολόγηση. H διαδικασία κατά την οποία επιλέγεται η πιο κατάλληλη διαδρομή που θα ακολουθήσουν τα δεδομένα, όταν λαμβάνει χώρα μία επικοινωνία 2 τερματικών κόμβων σε κάποιο δίκτυο υπολογιστών. Η επιλογή είναι δυνατόν να εξαρτάται από διάφορα κριτήρια που έχουν τεθεί (οικονομικότερη, γρηγορότερη κλπ).
Routing
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Δρομολόγηση (βλ. αντίστοιχο όρο)
Segment
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Τμήμα. Το πακέτο που δημιουργείται στο επίπεδο μεταφοράς
Server
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Εξυπηρετητής / εξυπηρέτης / διακομιστής. Τερματικό σύστημα του Διαδικτύου (host)
Socket
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
H διεπαφή προγραμματισμού εφαρμογών (API) ανάμεσα στη διεργασία εφαρμογής και στο πρωτόκολλο επιπέδδου μεταφοράς.
STDM
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Statistical Time Division Multiplexing. Τεχνική πολυπλεξίας διαίρεσης χρόνου (TDM), ή οποία κάνει αποδοτικότερη εκμετάλλευση του μέσου μετάδοσης.
Structure cabling
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Δομημένη καλωδίωση
System Software
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Λογισμικό συστημάτων
TCP
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Transmission Control Protocol. Πρωτόκολλο του επιπέδου μεταφοράς στο Διαδίκτυο.
Throughput
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Διεκπεραιωτική ικανότητα –ρυθμαπόδοση. O ρυθμός (bits/secs) στον οποίo τα bits μεταφέρονται μεταξύ αποστολέα-παραλήπτη: η ποσότητα δεδομένων που μπορούν να μεταφερθούν ανά μονάδα χρόνου.
Unicast
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Εκπομπή προς ένα μόνο κόμβο του δικτύου, προσδιορίζοντας την διεύθυνση του κόμβου-παραλήπτη.
Workstation
Κατηγορία: Αγγλική Ορολογία
Σταθμός Εργασίας